ΜΕΡΟΣ Α’

Κατά τη διάρκεια της φετινής Μεγάλης εβδομάδας και κάθε δέκα χρόνια, όπως επιβάλλει η ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση, παρασκευάζεται με ευλάβεια και πίστη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως το Άγιον Μύρον. Πρόκειται για μια διαδικασία το τυπικό της οποίας ακολουθείται με σεβασμό και εξαιρετική επιμέλεια και ακρίβεια στην εκτέλεση του. Το Άγιον Μύρον αναφέρεται στις πηγές και ως «έλαιον ευχαριστίας», «έλαιον χρίσεως», «χρίσμα επουράνιον» και χρησιμοποιείται στο χρίσμα του βαπτίσματος, στον καθαγιασμό της Αγίας Τράπεζας και άλλων αντικειμένων και εικόνων, στην ανακομιδή ιερών λειψάνων και κατά την παράδοση στη στέψη βασιλέων και αυτοκρατόρων.

Η διαδικασία παρασκευής του Αγίου Μύρου ονομάζεται Έψηση και πραγματοποιείται στο Κουβούκλιο του Οικουμενικό Πατριαρχείου στο Φανάρι, όπου ο χώρος είναι διαμορφωμένος κατάλληλα προς αυτόν τον σκοπό. Η έναρξη γίνεται την Κυριακή των Βαΐων, οπότε ο Πατριάρχης αναθέτει την ιδιαίτερη αυτή αποστολή στους Μυρεψούς, δηλαδή στους παρασκευαστές του Αγίου Μύρου στους οποίους απονέμει τους σταυρούς της διακονίας. Το ανθρώπινο δυναμικό που εκτελεί την Έψηση αποτελείται από δύο επιτροπές. Η εκκλησιαστική επιτροπή στελεχώνεται από μητροπολίτες και κληρικούς επιφορτισμένους με ειδικά καθήκοντα όπως η εύρεση καύσιμης ύλης για την παρασκευή του μύρου, η ανάγνωση του Ευαγγελίου και περικοπών από την Καινή Διαθήκη καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, η διεκπεραίωση του τελετουργικού και η αποστολή του Αγίου Μύρου σε όλες τις Ορθόδοξες Μητροπόλεις. Η επιτροπή των Κοσμητόρων αποτελείται από χημικούς, φαρμακοποιούς και αρωματοποιούς ειδικευμένους στην εκτέλεση ανάλογων παρασκευασμάτων. Ο ίδιος ο Πατριάρχης ορίζει τον αρχηγό των Μυρεψών παραχωρώντας του το  Οφφίκιο του Άρχοντος Μυρεψού της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Αυτός έχει την ευθύνη και την εποπτεία της διαδικασίας από την αρχή ως την αποπεράτωση της.

Η πρώτη αναφορά στο Άγιο Μύρο εντοπίζεται στο Βιβλίο της Εξόδου (Έξοδος λ’ 22-25) όπου ο Θεός αποκαλύπτει στο Μωυσή τα συστατικά για την παρασκευή Μύρου το οποίο ως προς τη χρήση του θα είναι «έλαιον χρίσμα άγιον» δηλαδή θα χρησιμοποιείται για τον καθαγιασμό: «καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· καὶ σὺ λάβε ἡδύσματα, τὸ ἄνθος σμύρνης ἐκλεκτῆς πεντακοσίους σίκλους καὶ κινναμώμου εὐώδους τὸ ἥμισυ τούτου διακοσίους πεντήκοντα καὶ καλάμου εὐώδους διακοσίους πεντήκοντα καὶ ἴρεως πεντακοσίους σίκλους τοῦ ἁγίου καὶ ἔλαιον ἐξ ἐλαιῶν εἲν καὶ ποιήσεις αὐτὸ ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον, μύρον μυρεψικὸν τέχνῃ μυρεψοῦ· ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον ἔσται

Από την αρχαία αυτή πηγή πληροφορούμαστε ότι ορισμένα από τα πρώτα συστατικά ήταν το ελαιόλαδο, το άνθος του δέντρου Κομμιφόρος η Μύρρα, (αποκαλούμενο και μύρο ή σμύρνα), το κινάμμωμο (κανέλα), ευώδης κάλαμος ή άκορος και τα άνθη του φυτού ίριδα. Οι ποσότητες καταγράφονται σε σίκλους , την αρχαία μονάδα μέτρησης των Εβραίων. Ένας σίκλος αντιστοιχούσε σε 11,2 γραμμάρια. Με το πέρασμα των αιώνων το μίγμα του Αγίου Μύρου εμπλουτίστηκε με περισσότερα συστατικά, πολλά αυτά εξαιρετικά σπάνια και κάποια που παραμένουν ως σήμερα μυστικό του Πατριαρχείου. Τα σπάνια και εκλεκτής ποιότητας συστατικά αποστέλλονται στο Πατριαρχείο από τους απανταχού ορθόδοξους χορηγούς, ενώ οι μεγάλοι χάλκινοι λέβητες όπου γίνεται η έψηση χρονολογούνται από το 1807 και είναι δωρεά της συντεχνίας των Σαράφηδων, δηλαδή των αργυραμοιβών της Κωνσταντινούπολης.

Η ακρίβεια που απαιτείται σε συνδυασμό με την σπανιότητα των συστατικών καθιστά την παρασκευή του Αγίου Μύρου μοναδική στον κόσμο και συγχρόνως μια αληθινή πρόκληση για τους Μυρεψούς που αφοσιώνονται στην αποστολή τους από την Κυριακή των Βαΐων ως την Μεγάλη Πέμπτη.

ΤΕΛΟΣ Α’ ΜΕΡΟΥΣ

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΣΑΜΟΥΡΗ ΒΟΡΔΟΥ

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ – ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ

[email protected]