Αφιέρωμα στο κορυφαίο κοινωνικό και πολιτιστικό γεγονός των Άνω Λιοσίων βασισμένο στην ομώνυμη έκδοση του Δήμου Άνω Λιοσίων και του Συλλόγου Αρβανίτικου Πολιτισμού “Η Γρίζα” (1995)
Για τον εορτασμό των Πολιούχων Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, που αποτελεί, ανέκαθεν, το σημαντικότερο τοπικό πολιτιστικό γεγονός ετοιμάζονται τα Άνω Λιόσια.
Φέτος, λόγω του κορωνοϊού, ο εορτασμός θα περιοριστεί στις θρησκευτικές εκδηλώσεις που θα διεξαχθούν με αυστηρή εφαρμογή των μέτρων περιορισμού της εξάπλωσης της πανδημίας. Παρά την απουσία των πολιτιστικών εκδηλώσεων που οργάνωνε κάθε χρόνο –προ κορωνοϊού- ο Δήμος Φυλής, η ημέρα παραμένει ξεχωριστή και η βραδιά θα είναι εξόχως λαμπερή από τα πυροτεχνήματα που θα φωτίσουν το βράδυ, ανήμερα της γιορτής, τον ουρανό των Άνω Λιοσίων.
Ο εορτασμός του Αγίου Κωνσταντίνου έχει βαθιές ιστορικές ρίζες και συνδέεται άρρηκτα, με την πολιτιστική παράδοση των Λιοσωτών. Είναι συνυφασμένος με την ιστορία και τα βιώματά τους, καθώς ήταν το κορυφαίο κοινωνικό γεγονός της χρονιάς. Το πανηγύρι του Αγίου Κωνσταντίνου αποτελούσε πολιτιστικό ορόσημο και από τις λίγες περιπτώσεις που οι γυναίκες, όχι μόνο έβγαιναν έξω από το σπίτι, αλλά πρωταγωνιστούσαν κιόλας.
Το κεντρικό στοιχείο του πανηγυριού, μετά τη λιτάνευση της εικόνας των πολιούχων ήταν ο χορός των γυναικών. Ο χορός τους ακόμα και η θέση που χόρευαν σηματοδοτούσε την οικογενειακή τους κατάσταση. Οι νιόπαντρες έσερναν το χορό, ακολουθούσαν οι αρραβωνιασμένες και ο κύκλος κατέληγε με τις ελεύθερες που μπορούσαν να δεχτούν προξενιά. Η ενδυμασία τους έδειχνε την οικονομική και κοινωνική τους θέση. Οι αρραβωνιασμένες φορούσαν στο στήθος τους τρεις καρφώμες για να δείξουν σε όλους τον αρραβώνα τους. Οι νιόπαντρες φορούσαν τη στολή της “Γρίζας” και τα κορίτσια μακριά φουστάνια.
Οι ετοιμασίες στο παλιό χωριό, τις πρώτες δεκαετίες του 1900, ξεκινούσαν αμέσως μετά τα Πάσχα και κορυφώνονταν ανήμερα της γιορτής. Η σημασία του πανηγυριού ήταν τόσο μεγάλη, που οι οικογένειες που δεν είχαν δυο αρνιά, ένα για τα Πάσχα και ένα για τον Άγιο Κωνσταντίνο, κρατούσαν το σφαχτό για τον εορτασμό του πολιούχου του χωριού.
Από την παραμονή της γιορτής οι γυναίκες είχαν φροντίσει να καθαρίσουν και να ασβεστώσουν σπίτια και πεζοδρόμια για να υποδεχθούν τους επισκέπτες από τα γειτονικά χωριά, όπως το Καματερό, το Μενίδι, τη Χασιά και τον Ασπρόπυργο. Οι άντρες έσφαζαν το αρνί ή το κατσίκι για το τραπέζι και από το απόγευμα της παραμονής ξεκινούσε το μεγάλο διήμερο γλέντι.
Έως τις αρχές του 20ου αι. ο χορός γινόταν χωρίς τη συνοδεία μουσικών οργάνων, αλλά μόνο με το τραγούδι των γυναικών στα αρβανίτικα και σπανίως στα Ελληνικά. Αργότερα εμφανίζονται οι πρώτοι ντόπιοι οργανοπαίχτες και ο χορός των γυναικών ντύνεται με μουσική.
Τα χρόνια που ακολουθούν, οι λιοσώτικες ταβέρνες αρχίζουν να φέρνουν ξένους μουσικούς κι ανάμεσά τους αρκετούς πολύ γνωστούς, για να συνοδέψουν το χορό των γυναικών ο οποίος σταδιακά καταργείται στα μέσα της δεκαετίας του ΄60. Από το πανηγύρι του Αγίου Κωνσταντίνου έχουν παρελάσει τα μεγαλύτερα ονόματα του δημοτικού και ρεμπέτικου τραγουδιού, όπως Παπαϊωάννου, Τσιτσάνης, Μπέλλου, Μπιθικώτσης, Ζαμπέτας, Τσαουσάκης, Κόρος, Μενιδιάτης, Περπινιάδης κ.α.
Η σπουδαιότητα του πανηγυριού για τον τόπο παραμένει αναλλοίωτη μέχρι σήμερα, αφού με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκε σε έθιμο που αγκαλιάστηκε θερμά από όλους τους κατοίκους της περιοχής, γηγενείς και νέους. Ο Δήμος Άνω Λιοσίων και νυν Δήμος Φυλής το κράτησε ζωντανό και κάθε χρόνο διοργανώνει πλούσιες πολιτιστικές εκδηλώσεις με τα χορευτικά τμήματα των πολιτιστικών συλλόγων της περιοχής, γνωστά μουσικά συγκροτήματα και δημοφιλείς τραγουδιστές.
Ωστόσο οι ντόπιοι που γνωρίζουν την ιστορία του αναπολούν με συγκίνηση τα παλιά πανηγύρια που χρωματίζονταν από το χορό των κοριτσιών τους. Και δεν ξεχνούν ότι, μέχρι την κατοχή, το πανηγύρι γινόταν στην πλατεία Μητροπόλεως, για να μεταφερθεί, αργότερα, στην πλατεία Ηρώων, όπου διεξάγεται μέχρι σήμερα.