Κορυφαίοι επιστήμονες αναλύουν τα τελευταία δεδομένα
Σε αυξημένη επιφυλακή για την εξέλιξη της πανδημίας στην Αττική βρίσκονται υγειονομικές αρχές και ειδικοί επιστήμονες, έχοντας στραμμένη την προσοχή τους στο κέντρο της Αθήνας. Τα γνωστά ενεργά κρούσματα στον κεντρικό τομέα Αθηνών ξεπερνούσαν στα μέσα της εβδομάδας τα 800 από περίπου 2.500 στο σύνολο του Λεκανοπεδίου Αττικής, ενώ την τελευταία εβδομάδα κατεγράφη αύξηση στον αριθμό των νέων περιστατικών σε ποσοστό άνω του 7%, ρυθμός που εάν συνεχιστεί θα σημάνει γενικό συναγερμό. Η Δυτική Αττική παραμένει στην «κορυφή» σε ό,τι αφορά τον αριθμό των νέων κρουσμάτων με 136,7 ανά 100.000 πληθυσμού την τελευταία εβδομάδα, ενώ ανησυχία υπάρχει και για την Ανατολική Αττική με τον Δήμο Αχαρνών να είναι πλέον σε αυστηρό lockdown. Τα νοσοκομεία του Λεκανοπεδίου αναφέρουν μετά τα Χριστούγεννα αυξημένη «κινητικότητα» σε ό,τι αφορά τα περιστατικά COVID-19, η οποία ωστόσο είναι διαχειρίσιμη. Η πληρότητα στις ΜΕΘ COVID είναι λίγο κάτω από το 60% και στόχος είναι να φτάσει τουλάχιστον στο ποσοστό ασφαλείας του 50%.
«Η εικόνα που έχουμε απαιτεί επαγρύπνηση», σημειώνει στην «Κ» ο καθηγητής Παθολογικής Φυσιολογίας Λοιμώξεων του ΕΚΠΑ Νίκος Σύψας και συνεχίζει, «μας ανησυχεί ο κεντρικός τομέας Αθηνών. Υπάρχουν τουλάχιστον 800 γνωστά ενεργά κρούσματα και ο τοπικός ενεργός αριθμός αναπαραγωγής του ιού Rt “φλερτάρει” με το 1. Επιδημιολογικά η Αθήνα είναι στο πορτοκαλί και πολύ κοντά στο να πάει στο κόκκινο». Σύμφωνα με τον ίδιο, «τις τελευταίες επτά ημέρες είδαμε μάλιστα μία αύξηση των κρουσμάτων της τάξεως του 7%. Εάν αυτή συνεχιστεί και την ερχόμενη εβδομάδα θα είναι πολύ ανησυχητικό. Δεν είμαστε ακόμα σε κατάσταση πανικού, αλλά η εικόνα είναι ρευστή».
«Το ιικό φορτίο στην Αττική ακόμα δεν έχει αποκλιμακωθεί στον βαθμό που θα θέλαμε. Είμαστε σε επιφυλακή, θα παρακολουθήσουμε την εξέλιξη και την ερχόμενη εβδομάδα με σημαντικό αριθμό τεστ ανά περιοχή σε όλο το Λεκανοπέδιο», επισημαίνει στην «Κ» και ο καθηγητής παθολόγος-λοιμωξιολόγος, Χαράλαμπος Γώγος. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα δεδομένα έως σήμερα καταδεικνύουν ότι η κινητικότητα του πληθυσμού τα Χριστούγεννα δεν επέφερε την επιβάρυνση που φοβόντουσαν οι ειδικοί. Τα εξιτήρια ασθενών είναι περισσότερα από τις εισαγωγές, αν και εξακολουθεί ακόμα να υπάρχει ροή περιστατικών προς τα νοσοκομεία. «Ο αριθμός των ασθενών στις ΜΕΘ παραμένει υψηλός», σημειώνει ο κ. Γώγος και προσθέτει πως «ο στόχος μας είναι να δούμε την πληρότητα στις μονάδες να μειώνεται οριζόντια στη χώρα τουλάχιστον στο 50%».
Την Πέμπτη, το 56% των 681 κλινών εντατικής COVID που λειτουργούσαν στη χώρα ήταν καλυμμένο. Στην Αττική το ποσοστό πληρότητας ήταν στο 58% και στη Θεσσαλονίκη στο 64%. Σε απλές κλίνες COVID νοσηλεύονταν 1.185 ασθενείς, εκ των οποίων 470 στην Αττική. Οπως ανέφερε στην «Κ» ο γενικός γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας, Γιάννης Κωτσιόπουλος, βλέπουμε μία αποκλιμάκωση της πίεσης στο ΕΣΥ στην επικράτεια και μία σχετική σταθεροποίηση των περιστατικών στην Αθήνα, μετά μία αύξηση που παρατηρήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα. Είμαστε σε μεγάλη επιφυλακή για την Αθήνα, καθώς η κατάσταση είναι ακόμα ρευστή».
Σύμφωνα με τον κ. Κωτσιόπουλο, στην Αττική το επίπεδο συναγερμού του ΕΣΥ παραμένει στον υψηλότερο βαθμό, σε αντίθεση με την υπόλοιπη χώρα, όπου κάποια νοσοκομεία απαλλάσσονται προσωρινά από την υποχρέωση να νοσηλεύουν περιστατικά του κορωνοϊού. Ενδεικτικά, 12 κλίνες ΜΕΘ COVID στη Θεσσαλονίκη θα δοθούν για την αντιμετώπιση non COVID περιστατικών. H Αττική αντίθετα αυξάνει τις δυνάμεις της. «Σταδιακά θα ενσωματώνονται στον επιχειρησιακό σχεδιασμό κλίνες εντατικής που αναπτύσσονται χάριν της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Στο πλαίσιο αυτό σε λίγες ημέρες θα προστεθούν κλίνες στο ΚΑΤ (30) και στο “Αττικόν” (13)», σημειώνει ο κ. Κωτσιόπουλος.
«Διαχειρίσιμη κατάσταση»
Την περασμένη Τρίτη στο νοσοκομείο «Αττικόν» έγιναν 18 εισαγωγές περιστατικών κορωνοϊού, έναντι περίπου 10 σε προηγούμενες εφημερίες. Τη Δευτέρα στο «Γ. Γεννηματάς» έγινε εισαγωγή 8 περιστατικών, όταν εισάγονταν 2-3. «Σε σχέση με την περίοδο πριν από τα Χριστούγεννα τα περιστατικά που βλέπουμε είναι διπλάσια. Πριν από τις γιορτές μπορεί να είχαμε 10 εισαγωγές ασθενών με COVID. Στην εφημερία της περασμένης Τρίτης ήταν περίπου 20», επισημαίνει στην «Κ» ο συντονιστής διευθυντής του πνευμονολογικού τμήματος του «Ευαγγελισμού», Γιώργος Μπουλμπασάκος. Τονίζει, ωστόσο, ότι η κατάσταση είναι διαχειρίσιμη, αφού υπάρχουν κενές κλίνες COVID. «Εκείνο που τρομάζει είναι τι θα γίνει σε ένα μείζον περιστατικό, όπως μία συρροή σε γηροκομείο. Φοβόμαστε επίσης την επίδραση των Θεοφανίων και τις εικόνες συνωστισμού του προηγούμενου Σαββατοκύριακου. Υπάρχει μία κινητικότητα που δημιουργεί προβληματισμό. Και το θέμα είναι ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια να πάθουμε αυτό που έγινε στη Θεσσαλονίκη. Εάν συμβεί στην Αττική, θα είναι καταστροφικό», τονίζει ο κ. Μπουλμπασάκος.
Στο νοσοκομείο «Σωτηρία» η ροή περιστατικών COVID-19 είναι σταθερή το τελευταίο διάστημα και υπάρχει επάρκεια κλινών για τη νοσηλεία των ασθενών, όπως αναφέρει στην «Κ» ο καθηγητής Παθολογίας-Ογκολογίας και διευθυντής της Γ΄ Παθολογικής Κλινικής του ΕΚΠΑ στο «Σωτηρία», Κωνσταντίνος Συρίγος. «Η κατάσταση είναι απόλυτα ελεγχόμενη», σημειώνει ο ίδιος, προσθέτοντας ότι από τις γιορτές και μετά έχει μειωθεί η πίεση στο νοσοκομείο. Ο κ. Συρίγος τονίζει πως «υπάρχει μία εξοικείωση και μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση των γιατρών στην εξωνοσοκομειακή αντιμετώπιση των ασθενών με COVID-19, που σημαίνει ότι όταν ο ασθενής φτάσει να χρειαστεί νοσηλεία σε νοσοκομείο είναι συνήθως σοβαρά. Ωστόσο, θέλει προσοχή και εμπειρία του γιατρού της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας για να παρακολουθεί εκτός νοσοκομείου ένα περιστατικό, και καλό είναι να συμβουλεύεται μία νοσοκομειακή μονάδα με την ανάλογη εμπειρία».
Την εκτίμηση ότι τα νέα περιστατικά που αντιμετωπίζουν τώρα τα νοσοκομεία είναι αποτύπωμα της Πρωτοχρονιάς, κάνει στην «Κ» και ο επίκουρος καθηγητής Παθολογίας στη Β΄ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική του ΕΚΠΑ στο «Αττικόν», και πρόεδρος του Δ.Σ. στο νοσοκομείο «Ελπίς», Παναγιώτης Χαλβατσιώτης. Σύμφωνα με τον ίδιο, το τελευταίο διάστημα παρατηρήθηκε μία ελεγχόμενη αύξηση των εισαγωγών περιστατικών COVID-19 στα νοσοκομεία της Αττικής την οποία και υπολογίζει στο 20%. «Με δεδομένο ότι απαιτούνται τουλάχιστον 5-6 ημέρες από τη στιγμή της μόλυνσης για την εμφάνιση συμπτωμάτων και άλλες επτά ημέρες για την επιδείνωσή τους, μπορούμε να πούμε ότι οι εισαγωγές που βλέπουμε τώρα έχουν να κάνουν με μολύνσεις που έγιναν κοντά στην Πρωτοχρονιά», σημειώνει και προσθέτει, «η πανδημία εξελίσσεται, δεν μένει σταθερή. Απλώς ο ρυθμός αλλάζει».