Δώδεκα μήνες συμπληρώνονται σήμερα από τη χειρότερη δασική πυρκαγιά της τελευταίας 10ετίας. Από το βράδυ εκείνο, που ο δεύτερος μεγαλύτερος πνεύμονας της Αττικής παραδόθηκε στις φλόγες. Oι πληγές παραμένουν μέχρι σήμερα ανοιχτές.

Το ημερολόγιο έδειχνε 19 Μαΐου 2021 και το ρολόι 21:45. Σε έναν ελαιώνα στον Σχίνο Κορινθίας άρχισαν ξαφνικά να πετάγονται φλόγες.

Η φωτιά εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα και άρχισε να απειλεί ό,τι βρισκόταν μπροστά της. «Οι πυροφύλακες έχουν κοπεί και αντιπυρικές ζώνες δεν υπάρχουν», λένε οι κάτοικοι της περιοχής, οι οποίοι σαν σήμερα, έναν χρόνο πριν, έζησαν τον πύρινο εφιάλτη.

Παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των πυροσβεστών η μάχη ήταν άνιση.

Η πυρκαγιά κινήθηκε ανατολικά και σε σύντομο χρονικό διάστημα πέρασε στα Μέγαρα. Ο χρόνος για τον «θάνατο» του τελευταίου πνεύμονα της Αττικής ξεκίνησε να μετρά αντίστροφα.

Μια ολόκληρη πόλη βρέθηκε ξαφνικά στο πόδι, με τους κατοίκους να παλεύουν μέσα στη νύχτα με τα στοιχεία της φύσης.

Οι στιγμές που εκτυλίχθηκαν ήταν δραματικές…

Οι περιοχές Σχίνος, Αγία Σωτήρα, Βαμβακές, Μαυρολίμνη, Μάζι και Πευκογυάλι εκκενώθηκαν προληπτικά, όπως και οι δύο Ιερές Μονές, του Αγίου Ιωάννη Μακρινού και της Αγίας Παρασκευής ενώ το επόμενο πρωί μήνυμα μέσω του 112 έλαβαν για απομάκρυνση και όσοι βρίσκονταν στο Χάνι Δερβένι, τον Άνω και Κάτω Πευκενέα, τον Ντουράκο και νότια και δυτικά του Αλεποχωρίου.

«Η φωτιά ξεκίνησε από καύση υπολειμμάτων και κλαδιών σε ελαιώνα, στην περίμετρο του χωριού Σχίνος, με ανέμους έντασης 7-8 μποφόρ. Στο μέτωπο της πυρκαγιάς επιχειρούν 265 πυροσβέστες, 10 τμήματα πεζοπόρου και υδροφόρες του Δήμου. Επί τόπου βρίσκεται το κινητό κέντρο επιχειρήσεων Όλυμπος. Με το πρώτο φως της ημέρας όλα τα εναέρια μέσα που υπήρχαν στη διάθεσή μας, εντάχθηκαν στις επιχειρήσεις κατάσβεσης. Μέχρι τώρα έχουν καεί περίπου 20.000 στρέμματα δάσους», ανέφερε στην έκτακτη ενημέρωση ο τότε υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας, Νίκος Χαρδαλιάς.

Τα 20.000 στρέμματα όμως, όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, ήταν μόνο η αρχή…

Οι ώρες που ακολούθησαν ήταν πολύ δύσκολες και θλιβερές για όλους. Οι Μεγαρίτες ήρθαν αντιμέτωποι με την πύρινη λαίλαπα που στον διάβα της κατέστρεφε τα πάντα.

Πυροσβέστες, εθελοντές και απλοί πολίτες που γνώριζαν το βουνό «αντίκρισαν στα μάτια» τη φωτιά και έκαναν ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν για να τη σταματήσουν και να προλάβουν κάθε σπίθα.

Ωστόσο, η ορμή της ήταν τέτοια που ξεπερνούσε οποιαδήποτε «ζώνη άμυνας».

Παράλληλα, οι πυκνοί καπνοί δυσχέραιναν το έργο τους και εμπόδιζαν την ορατότητα.

Χαρακτηριστικό είναι πως, εξαιτίας των ισχυρών δυτικών-βορειοδυτικών ανέμων, ο καπνός και οι στάχτες είχαν μεταφερθεί πάνω από το λεκανοπέδιο της Αθήνας έως τις Κυκλάδες και την Ικαρία.

Τα μετεωρολογικά στοιχεία που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη γρήγορη εξάπλωση της πυρκαγιάς σύμφωνα με τα στοιχεία του meteo ήταν τα εξής:

  • Μηδενικές βροχοπτώσεις στην ευρύτερη περιοχή επί 26 ημέρες
  • Μέσα σε διάστημα 95 ημερών είχαμε μόλις 6 ημέρες βροχοπτώσεων, με ύψος βροχόπτωσης μικρότερο των 30 χιλιοστών
  • Έπνεαν πολύ ενισχυμένοι άνεμοι με ριπές ταχύτητας μεταξύ 50 χλμ./ω-66 χλμ./ώρα.
  • Η πυρκαγιά ανέπτυξε τον δικό της καιρό
  • Η ακραία συμπεριφορά της πυροδοτήθηκε από τις επικρατούσες πυρομετεωρολογικές συνθήκες

Η ατμόσφαιρα αποπνικτική και οι εικόνες αποκαρδιωτικές…

Οι πολίτες είδαν τους κόπους μιας ζωής να γίνονται στάχτη, τις φλόγες να «καταπίνουν» τις περιουσίες τους και χιλιάδες στρέμματα παρθένου δάσους να μετατρέπονται σε «κρανίου τόπο».

Στην Ιερά Μονή Αγίας Παρασκευής Μαζίου καταστράφηκαν κελιά μοναχών, γραφεία, ιερά σκεύη και κειμήλια ανεκτίμητης αξίας.

Στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Μακρινού οι φλόγες έφτασαν μέσα στο μοναστήρι, το οποίο σώθηκε στο παρά πέντε.

Κι αν οι αρχές μιλούσαν -και συνεχίζουν να μιλούν- για «επιτυχία» στο έργο της κατάσβεσης επειδή δεν υπήρχαν θύματα ή τραυματίες, οι πολίτες δεν φαίνεται να έχουν την ίδια γνώμη.

«Κάηκε το δάσος μας. Κάηκαν εκτάσεις που καλλιεργούσαμε, περιβόλια, σπίτια, γεωργικά μηχανήματα», λένε με πόνο ψυχής και τονίζουν πως ό,τι δεν κάηκε το καλοκαίρι του 2018 (σ.σ. η φωτιά στην Κινέτα) κάηκε τότε.

Ένας παράδεισος που μετατράπηκε σε κόλαση…

Για τους Μεγαρίτες τα Γεράνεια Όρη δεν είναι απλά ένα βουνό. Ο Σχίνος, η Μαυρολίμνη, το Αλεποχώρι, το Μάζι, το Χάνι, ο Πευκενέας, είναι τα μέρη που μεγάλωσαν, που περπάτησαν, που έπαιξαν, που έβρισκαν καταφύγιο όταν ήθελαν να ξεφύγουν από τη βουή της πόλης.

Τώρα, όπου κι αν κοιτάξει κανείς βλέπει ένα μαύρο τοπίο, καμένους κορμούς και «μυρίζει» τον θάνατο της φύσης.

Το παρθένο, καταπράσινο δάσος, όπου φιλοξενούσε χιλιάδες ζώα, η θαμνώδης βλάστηση και τα 950 είδη και υποείδη φυτών αποτελούν πια παρελθόν.

«Το βουνό αυτό ήταν η ζωή μας. Κάηκε και μαζί του καήκαμε και εμείς», λένε και πονούν για τον λαβωμένο τόπο τους.

Τα «γιατί» είναι πολλά. «Δεν υπάρχουν δρόμοι, ούτε αντιπυρικές ζώνες μέσα στο δάσος. Η περιοχή είναι δύσβατη. Οι πυροσβέστες έκαναν ό,τι μπορούσαν αλλά σε διάφορα σημεία δεν γινόταν εκ των πραγμάτων να μπουν και να σβήσουν», περιγράφουν.

Η οργή τους φουντώνει κάθε φορά που στρέφουν το βλέμμα τους προς το άλλοτε καταπράσινο πευκοδάσος και εκφράζουν την πεποίθηση πως αν υπήρχαν περισσότερα εναέρια μέσα δεν θα χρειάζονταν 6 ημέρες μέχρι να σβήσει και το τελευταίο καντηλάκι και δεν θα είχαν γίνει στάχτη και αποκαΐδια πάνω από 50.000 στρέμματα.

Οι ειδικοί έχουν χαρακτηρίσει τη φωτιά στα Γεράνεια ως την μεγαλύτερη οικολογική καταστροφή που έχει πλήξει τόσο την Κορινθία όσο και την Αττική τα τελευταία 20 – 30 χρόνια και έχουν εκτιμήσει ότι θα χρειαστούν 70 χρόνια για να επανέλθει το δάσος.

Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία Μεγαρίτες γνωρίζουν πως δεν θα προλάβουν να δουν τις αριές, τις κουμαριές, τις αγριελιές, τις δρυές, τα έλατα να «ξαναγεννιούνται» μέσα από τις στάχτες τους, πως δεν θα ξαναμυρίσουν τις ορχιδέες και πως δεν θα ακούσουν τις κουκουβάγιες, τους γκιώνηδες, τους κούκους και τα τρυγόνια.

«Θέλουμε να ξαναδούμε τα Γεράνεια πράσινα και επειδή μπορεί να μην προλάβουμε εμείς, τουλάχιστον να τα δουν τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας», τονίζουν και υπόσχονται πως θα παλέψουν για να αποκτήσει ξανά το βουνό ζωή.

Η καταστροφή των Γερανείων σε αριθμούς:

  • Κάηκαν 52.000 στρέμματα δάσους από σύνολο 71.000 στρεμμάτων συνολικής καμένης έκτασης
  • 279 άνθρωποι και 373 κατοικίες επηρεάστηκαν άμεσα από την πυρκαγιά, η οποία αποτελεί την πιο καταστροφική, από άποψη καμένης δασικής έκτασης, πυρκαγιά της τελευταίας δεκαετίας.
  • Η φωτιά, σε ό,τι αφορά την καμένη δασική έκταση, ανήκει στο 1% των μεγάλων πυρκαγιών της περιόδου 2000-2021.
  • Είναι η 13η κατά σειρά μεγαλύτερη δασική πυρκαγιά, ακολουθώντας αυτές του 2000 στη Σάμο, στην Πελοπόννησο, στα Ιωάννινα και στην Καρδίτσα, του 2007 στην Πελοπόννησο, του 2008 στη Ρόδο και του 2009 στην ανατολική Αττική.
  • Επίσης, σε ότι αφορά την εποχή εκδήλωσής της, αποτελεί αρνητικό ρεκόρ, καθώς από το 2000 έως σήμερα καμία δασική πυρκαγιά από όσες συνέβησαν πριν το μήνα Ιούνιο δεν είχε κάψει πάνω από 5.000 στρέμματα.

πηγή